Προς γονείς και συναδέλφους
Για χρόνια δούλευα σε κέντρο και ιδιωτικά ως ειδική παιδαγωγός έτσι πέρυσι και φέτος που βρέθηκα δουλεύω στο νησί μου σε γενική τάξη (Ε Δημοτικού πέρυσι και Α-Β Δημοτικού φέτος) ήταν μια έκπληξη για μένα.
Μια έκπληξη και τελικά μια πολύτιμη εμπειρία. Δουλεύοντας χρόνια με παιδιά με διάφορες δυσκολίες έβλεπα το άγχος των γονέων. «Είναι πολύ πίσω σε σχέση με τους συμμαθητές του», «Δεν βλέπω μεγάλη βελτίωση» ή «Ανησυχώ ότι δεν θα φτάσει τα άλλα παιδιά». Και όλα αυτά τα χρόνια συμφωνούσα μαζί τους κι αγχωνόμουν κι εγώ που «Ναι, οκ, δεν περιμένω ότι θα μπορεί να ανταποκριθεί στην ύλη της τάξης του αλλά είναι δυνατόν Στ΄ Δημοτικού και να μην ξέρει να κάνει προσθέσεις με κλάσματα;»
Και τότε μπήκα σε τάξη… Και συνάντησα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, παιδιά χωρίς μαθησιακές δυσκολίες, παιδιά με αδιάγνωστες μαθησιακές δυσκολίες, παιδιά δίγλωσσα, παιδιά δίγλωσσα με μαθησιακές δυσκολίες. Και είδα ότι όλα μα όλα, όσο σκληρά και να προσπαθούσαν, δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν 100% στην ύλη του σχολείου.
Και θυμάμαι τον Γιάννη (τυχαίο όνομα) που δουλεύαμε μαθησιακό πρόγραμμα πριν κάτι χρόνια και που όταν έκανε λάθος στα ρήματα ανησυχούσαν οι γονείς του και η δασκάλα του ότι «Πωωω, έχει δυσλεξία και πότε θα καταφέρει επιτέλους να γράφει ορθογραφημένα τα -ώνω;». Και μπαίνω τώρα σε τάξη και βλέπω ότι πολλά παιδάκια δεν θυμούνται τον κανόνα για τα ρήματα σε -ώνω. Και όχι μόνο παιδιά με δυσκολίες ή που δεν έχουν βοήθεια στο σπίτι, αλλά και παιδιά που έρχονται πάντα γραμμένα και διαβασμένα και γράφουν πάντα Α΄ στην ορθογραφία τους (όχι, δεν βάζω βαθμούς). Και είναι οκ, γιατί απλά ξέχασαν τον κανόνα ή αφαιρέθηκαν ή να μην τον είχαν καταλάβει τόσο καιρό. Και είναι οκ και για τον Γιάννη να έχει ξεχάσει τον κανόνα ή να μην τον έχει καταλάβει.
Και μετά σκέφτομαι ότι συμβαίνει και το αντίθετο. Πολλές φορές γονείς, θεραπευτές και εκπαιδευτικοί «παγιδεύονται» στη διάγνωση του παιδιού. Το θεωρούν πολύ ευάλωτο, ή ότι δεν θα τα καταφέρει. Και το κλείνουν σε μια προστατευτική φούσκα. Έτσι η Ελένη δεν θα προσπαθήσει καν να κάνει την άσκησή της σήμερα γιατί «Κουράστηκε πολύ στο σχολείο και δεν θέλω να την πιέσω». Και η Ελένη απλά μαθαίνει ότι αν γκρινιάξει λίγο θα αποφύγει τις υποχρεώσεις της. Και δεν εννοώ όταν πράγματι το παιδί είναι υπερφορτωμένο ή πραγματικά δεν μπορεί να ανταπεξέλθει σε μια δύσκολη άσκηση. Μιλάω για τη βαρεμάρα και την αποφυγή που πιάνει όλα τα παιδιά και πολλές φορές δεν θέλουν καν να κάνουν τα μαθήματά τους.
Και σκέφτομαι ότι όσοι δουλεύουμε ως ειδικοί θεραπευτές ή και ως εκπαιδευτικοί σε σχολεία, πολλές φορές ξεχνάμε ότι και τα παιδιά με μικρές ή μεγάλες δυσκολίες είναι κι αυτά σαν όλα τα παιδιά. Και πολλές φορές το ξεχνούν και οι ίδιοι οι γονείς. Είναι εντάξει να κουράζονται. Είναι εντάξει να μην καταλαβαίνουν κάτι. Είναι εντάξει να κάνουν λάθη. Και θα βαρεθούν όπως όλα τα παιδιά και θα προσπαθήσουν να «λουφάρουν» όπως τα περισσότερα παιδιά. Και είναι εντάξει να θέλουν να αποφύγουν «τη δουλειά» και είναι υποχρέωσή μας να δημιουργήσουμε ένα ασφαλές και οριοθετημένο πλαίσιο, όπου όλα τα παιδιά μπορούν να κάνουν λάθη και να βαρεθούν και γκρινιάξουν και συνάμα να ξέρουν ότι έχουμε όμως και υποχρεώσεις. Και όλα αυτά τα είδα στην γενική τάξη, γιατί είδα ότι όλοι οι γονείς έχουν τις ίδιες ανησυχίες και τις ίδιες λαχτάρες. Και όλα τα παιδιά κάνουν τα ίδια λάθη. Και ξαναθυμήθηκα ότι όλα τα παιδιά έχουν τις ίδιες ανάγκες.
Δουλεύοντας πλέον συμβουλευτικά και με γονείς, βλέπω ακόμη περισσότερο πόσο δύσκολο είναι να τηρηθούν οι ισορροπίες και συχνά πέφτουμε στην παγίδα είτε της υπερπροστασίας είτε την μεγάλης πίεσης. Και αυτά τα δύο είναι η όψη του ίδιου νομίσματος· είναι η δική μας ανάγκη να νιώσουμε ότι ελέγχουμε όλες τις μεταβλητές της ζωής μας και της ζωής των παιδιών μας. Όμως κανείς δεν γεννήθηκε έτοιμος για τίποτα. Ούτε και για να γίνει γονέας. Όλοι ψάχνουμε το δρόμο μας και τον βρίσκουμε (ή καλύτερα, ελπίζουμε να τον βρούμε) στην πορεία.
Αναστασία Κούρτη, Ειδική Παιδαγωγός MSc,
εκπ. Παιγνιοθεραπεύτρια
Παιδανάπτυξη Κοιν.Σ.Επ .